Τι οδηγεί στο φόνο; Μια εξαντλητική μελέτη 400.000 εγκλημάτων και 400 φόνων
Οταν ο Dennis L. Rader συνελήφθη ως ύποπτος και τελικά κατηγορήθηκε για 10 δολοφονίες, η μικρή κοινότητα Wichita στο Κάνσας ένιωσε σοκαρισμένη και διχασμένη. Στο κάτω κάτω της γραφής ήταν ο ηγέτης της εκκλησίας τους, σύζυγος και πατέρας δύο παιδιών, που ζούσε ανάμεσα σε γείτονες, τους οποίους όμως μυστικά τρομοκρατούσε. Η σύλληψη αυτή έκανε τους κατοίκους να αναρωτιούνται τι είναι αυτό που σπρώχνει κάποιον, που κατά τ' άλλα φαίνεται ως ένας εντελώς φυσιολογικός άνθρωπος στα μάτια των γειτόνων του, να κάνει ένα έγκλημα; Σύμφωνα με νέες έρευνες, η απάντηση μπορεί να βρίσκεται στην Εξελικτική Ψυχολογία.
Ο David Buss, καθηγητής Εξελικτικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Austin, παρουσιάζει στο βιβλίο του «The Murderer next door» μια χωρίς προηγούμενο συλλογή μελετών και ερευνών που έκανε εξετάζοντας τα κίνητρα και τις περιστάσεις δολοφονιών που έγιναν είτε από μανιακούς δολοφόνους είτε από εντελώς φιλικούς γείτονες της διπλανής πόρτας, οι οποίοι κάποια μέρα ξαφνικά εγκληματούν.
Αναλύοντας στα αρχεία του FBI πάνω από 400.000 εγκλήματα κι εξετάζοντας ο ίδιος λεπτομερειακά περίπου 400 φόνους, πραγματοποίησε, μαζί με το συνεργάτη του Joshua Duntley, τη μεγαλύτερη μελέτη εγκλημάτων που έχει γίνει ποτέ. «Ο φόνος είναι βασικά στη φύση μας, επειδή κατά τη διάρκεια των αιώνων της ανθρώπινης εξέλιξης η δολοφονία ήταν τόσο εκπληκτικά κερδοφόρα στο εντατικό παιχνίδι του αναπαραγωγικού ανταγωνισμού», γράφει ο Buss. «Το μυαλό μας ανέπτυξε προσαρμογές στο να σκοτώνουμε, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση μ' όλες τις προηγούμενες θεωρίες, που ισχυρίζονται ότι το έγκλημα είναι κάτι που βρίσκεται έξω από την ανθρώπινη φύση -μια παθολογία που επιβάλλεται από τις διαστρεβλωμένες επιρροές του πολιτισμού των εικόνων που προβάλλουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τη φτώχεια ή την κακοποίηση των παιδιών. Καίτοι μπορεί να μας αρέσει να πιστεύουμε ότι οι δολοφόνοι είναι είτε κοινωνικά απροσάρμοστοι είτε σκληροί εγκληματίες, η πλειονότητα δολοφονιών έγιναν από ανθρώπους που φαίνονταν, μέχρι την ημέρα που σκότωσαν, εντελώς φυσιολογικοί».
Για να προσδιορίσει τι είναι αυτό που θα μπορούσε να σπρώξει κάποιον να περάσει τη γραμμή και να σκοτώσει, ο Buss, σε μία από τις μελέτες του, πήρε εθελοντές και τους παρουσίασε πάνω από 100 διαφορετικά σενάρια, στα οποία κατέγραφε την πιθανότητα να μπορούν να σκοτώσουν. «Σχεδόν όλοι εξέφρασαν την επιθυμία να σκοτώσουν σε μερικές περιπτώσεις -κυρίως για να προφυλαχτούν από το να σκοτωθούν ή για να προστατέψουν τα παιδιά τους από δολοφόνους». «Η μελέτη έδειξε ειδικές περιστάσεις κάτω από τις οποίες κανονικοί άνθρωποι λένε ότι μπορούν να σκοτώσουν. Ομως υπάρχουν και μερικά εκπληκτικά ευρήματα. Για παράδειγμα, οι άνδρες επέδειξαν μια αυξημένη επιθυμία να σκοτώσουν όταν η ελπίδα να τα ξαναβρούν με τους συντρόφους τους εξανεμίστηκε. Οχι όμως και οι γυναίκες». Στις 429.729 ανθρωποκτονίες που μελέτησε στα αρχεία του FBI, οι 13.670 ήταν υποθέσεις όπου ο άνδρας σκότωσε τη γυναίκα του. Το να ανακαλύψει ένας άνδρας ότι η γυναίκα του είχε μια εξωσυζυγική σχέση αποτελεί μία από τις βασικές αιτίες για τη δολοφονία γυναικών, ιδιαίτερα όταν η γυναίκα είναι πολύ νεότερη από τον άνδρα της. Αυτό οδηγεί σε ένα ενοχλητικό συμπέρασμα: όσο πιο εμφανίσιμη, υγιής και γόνιμη φαίνεται η γυναίκα τόσο περισσότερα κίνητρα έχει ο άνδρας να τη σκοτώσει ανακαλύπτοντας μια σεξουαλική απιστία. Ο χωρισμός είναι επίσης μια πολύ ισχυρία αιτία για έγκλημα. Σύμφωνα με μια μελέτη που έγινε στο Σικάγο, 50% των δολοφονιών γυναικών συνέβησαν μέσα στους πρώτους δύο μήνες του χωρισμού, και 85% από αυτές τις γυναίκες δολοφονήθηκαν μέσα στον πρώτο χρόνο. Αντιθέτως, το ποσοστό των γυναικών που επιχείρησαν να σκοτώσουν τους συντρόφους που τις παράτησαν ήταν μόνο 13%. «Ανάμεσα στις γυναίκες που σκοτώθηκαν από το σύντροφο που είχαν εγκαταλείψει, το 88% καταδιώκονταν από αυτούς πριν δολοφονηθούν. Η καταδίωξη λοιπόν είναι ένα σημάδι κινδύνου που οι γυναίκες δεν πρέπει να αγνοούν».
Η διαφυγή από το γάμο
«Τη στιγμή που οι γυναίκες αισθάνονται ότι κατάφεραν επιτυχώς να διαφύγουν από έναν άσχημο γάμο, είναι ακριβώς η στιγμή που η ζωή τους βρίσκεται στο πιο επικίνδυνο σημείο. Και ο κίνδυνος δεν έχει να κάνει με το χρονικό διάστημα αυτό καθεαυτό, αλλά μάλλον με το γεγονός ότι ο άνδρας συνειδητοποιεί ότι η γυναίκα του δεν πρόκειται να επιστρέψει». Βασιζόμενος σε υπάρχουσες έρευνες, ο Buss συμπεραίνει για τις δολοφονίες συντρόφου που έγιναν έναν ή περισσότερο χρόνο μετά το χωρισμό, ότι απ' ό,τι φαίνεται το ζευγάρι είχε σεξουαλική επαφή κατά τη διάρκεια του έτους αυτού, καίτοι η γυναίκα είχε εγκαταλείψει το σπίτι. Η ελπίδα ότι θα επιστρέψει, που φαινόταν από το ότι είχαν ερωτική επαφή, προσφέρει μια προστατευτική ασπίδα, ελαττώνοντας τις πιθανότητες ο άνδρας να προσπαθήσει να τη σκοτώσει. Αλλά όταν το σεξ σταματά κι αυτός αντιλαμβάνεται ότι αυτή δεν θα ξαναγυρίσει πια, η ζωή της γυναίκας βρίσκεται σε κίνδυνο.
Προηγουμένως ο Buss έκανε μία από τις πιο μαζικές διαπολιτισμικές μελέτες που έγιναν ποτέ, συγκεντρώνοντας στοιχεία πάνω στις επιθυμίες ζευγαρώματος από 10.047 άτομα, 37 διαφορετικών πολιτισμών, από 5 ηπείρους και 5 νησιά. Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής, το πότε και το γιατί άνδρες ή γυναίκες εγκληματούν μπορεί να εξηγηθεί από τις διαφορές στην εξελικτική πίεση και τις διαφορές πάνω στο πού ο καθένας δίνει σημασία όταν ψάχνει να βρει σύντροφο. Τα πιο επιθυμητά χαρακτηριστικά σε έναν ρομαντικό σύντροφο, τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άνδρες, είναι ο σύντροφος να είναι ευγενικός, να δείχνει κατανόηση, να είναι έξυπνος και εξαρτώμενος. Ομως όταν τα συγκρίνουμε από πιο κοντά, οι άνδρες δείχνουν μια πολύ πιο δυνατή επιθυμία για ομορφιά, νεότητα και πίστη. Οι γυναίκες έχουν ειδικές επιθυμίες για οικονομική επιτυχία και υψηλή κοινωνική θέση για τον άνδρα.
Ο Buss έκανε τη μεγαλύτερη μελέτη δολοφονιών που έγινε ποτέ, χρησιμοποιώντας 5.000 άτομα, εκ των οποίων 375 ήταν δολοφόνοι. Στη μελέτη εξετάστηκαν το γιατί κάποιος έχει δολοφονικές φαντασιώσεις και οι ειδικές περιστάσεις κάτω από τις οποίες εγκληματεί.
Η μελέτη τού έδειξε ότι 91% των ανδρών και 84% των γυναικών είχαν τουλάχιστον μία έντονη φαντασίωση -συχνά πολύ έντονη και καταπληκτικά λεπτομερή- του να κάνουν έγκλημα. «Οπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις των φαντασιώσεων για δολοφονία, λίγες φορές αυτές μεταφράζονται σε πράξεις». Οι περισσότεροι υπολογίζουν τι κερδίζουν και τι χάνουν, και συνήθως βρίσκουν εναλλακτικούς τρόπους να λύσουν το πρόβλημα, μιας και αποφασίζουν ότι το κόστος τού να σκοτώσουν είναι πολύ μεγάλο. Μια ένδειξη του πόσο φανατικά και τα δύο φύλα αισθάνονται εξαγριωμένα όταν απορρίπτονται συναισθηματικά φαίνεται από μια ανάλυση του κατά πόσο τα βασανιστήρια αποτελούν μέρος της φαντασίωσης.
Δολοφονικές φαντασιώσεις
Η βασική διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα δεν είναι τόσο το ότι έχουν δολοφονικές φαντασιώσεις για το σύντροφο που τους άφησε, αλλά το εάν θα συνεχίσουν να είναι μαζί ή όχι. Το 54% των ανδρών που σκέφτονταν να σκοτώσουν τις συντρόφους τους το έκαναν επειδή η γυναίκα τελείωσε τη σχέση. Κι ενώ οι άνδρες δολοφονούν τις συντρόφους που τους άφησαν, οι γυναίκες δολοφονούν τους συντρόφους που τις κρατούν μετά βίας, τις κακομεταχειρίζονται και τις απειλούν τόσο πολύ, που η δολοφονία φαίνεται ως η μόνη λύση. Επαναλαμβανόμενη φυσική, σεξουαλική και ψυχολογική κακομεταχείριση είναι οι πιο κοινές αιτίες των δολοφονικών φαντασιώσεων των γυναικών και είναι αυτό που σπρώχνει τις γυναίκες να σκοτώσουν.
Μια άλλη σημαντική αιτία, καίτοι λιγότερο συχνά μεταφράζεται σε πράξη, είναι ο βιασμός. Παρ' ότι πολλές γυναίκες φοβούνται πολύ ότι θα σκοτωθούν από έναν βιαστή, στην πράξη μόνον ένας στους 10.000 βιαστές σκοτώνει τα θύματά του. Οι βιαστές εκμεταλλεύονται το φόβο των γυναικών για να πετύχουν αυτό που θέλουν. Αυτό που είναι περίεργο, όπως σημειώνει ο Buss, είναι ότι «οι περισσότεροι από αυτούς που συμμετείχαν στην έρευνα, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο, φοβούνται ότι θα δολοφονηθούν από ξένους και όχι από γνωστούς, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι δολοφόνοι γνωρίζουν τα θύματά τους και το συχνότερο, τα γνωρίζουν πολύ καλά».
Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για να σκοτώσει κάποιος στη φαντασίωση είναι επίσης διαφορετική ανάμεσα στα φύλα. Επειδή οι άνδρες είναι μεγαλύτεροι σε μέγεθος και δυνατότεροι από τις γυναίκες, αυτές πρέπει να χρησιμοποιήσουν διαφορετικούς τρόπους δολοφονίας, ακόμη κι όταν πρόκειται για φαντασίωση, όπου προϋποθέτει ότι κάποιος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Ετσι οι γυναίκες χρησιμοποιούν, για παράδειγμα, πολύ περισσότερο από ότι οι άνδρες το δηλητήριο. Πράγματι, μόνον ένας από τους 5.000 συμμετέχοντες στην έρευνα ανέφερε το δηλητήριο μέσα στη φαντασίωσή του. «Οταν ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες να εκτιμήσουν την πιθανότητα να κάνουν τη φαντασίωσή τους πράξη, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα ανακαλυφθούν, οι περισσότεροι θεώρησαν ότι η πιθανότητα να σκοτώσουν ήταν 4 φορές μεγαλύτερη».
Η πιο συχνή αιτία για το ότι δεν κάνουν τη φαντασίωσή τους πράξη αναφέρθηκε ότι ήταν ο φόβος τού να συλληφθούν και να περάσουν το υπόλοιπο της ζωής τους στη φυλακή. «Οι περισσότεροι από μας χρωστάμε τη ζωή μας στο γεγονός ότι η δολοφονία έχει μεγάλο κόστος στη σύγχρονη κοινωνία».
Οι μανιακοί δολοφόνοι αποτελούν μόνον το 1% με 2% του συνόλου των δολοφόνων και, σύμφωνα με τον Buss, μπορεί να σκοτώνουν επειδή ψάχνουν για εκδίκηση, γιατί τους αρνήθηκαν ή τους αμφισβήτησαν την κοινωνική τους θέση, ενώ όσοι κάνουν μαζικές δολοφονίες σκοτώνουν για να φτάσουν στην κορυφή της ιεραρχίας και να παραμείνουν εκεί.
Για παράδειγμα, ο Ted Bundy, ένας από τους πιο παραγωγικούς μανιακούς δολοφόνους του κόσμου, που έχει στο ενεργητικό του τουλάχιστον 36 θύματα γυναίκες, ξεκίνησε την καριέρα του όταν μια όμορφη γυναίκα υψηλότερης κοινωνικής στάθμης απέρριψε την πρότασή του για γάμο. Ο Buss εξηγεί ότι το κίνητρο για δολοφονία ήταν «το να κλέψει τις πιο άξιες κοινωνικά, τις πιο όμορφες και ταλαντούχες νέες γυναίκες». Οι μανιακοί δολοφόνοι κι αυτοί που προκαλούν μαζικές δολοφονίες σχεδόν πάντα καταφέρνουν να έχουν κάποιου είδους κοινωνική καταξίωση. Πράγματι, πολλοί από αυτούς παντρεύονται και αποκτούν παιδιά αφότου συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν. Τα παιδιά των C. Manson και Τ. Bundy βρίσκονται σήμερα ανάμεσά μας.
Οσο κι αν φαίνεται απίστευτο, ακόμη και σήμερα καταδικασμένοι δολοφόνοι φαντάζουν πολύ ελκυστικοί σε ορισμένες γυναίκες. Για παράδειγμα, ο Scott Peterson, που καταδικάστηκε πρόσφατα για τη δολοφονία της γυναίκας του και του αγέννητου παιδιού του, βομβαρδίζεται με εκατοντάδες ερωτικά γράμματα και προτάσεις γάμου. Για αιώνες, δύναμη και κοινωνική θέση επιδρούν στην αναπαραγωγική επιτυχία του άνδρα. Ο γενετιστής Dr. Chris Tyler - Smith, του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, μαζί με τους συνεργάτες του ανακάλυψαν ότι «περίπου το 0,5% του παγκόσμιου πληθυσμού, δηλαδή 16 εκατομμύρια άνθρωποι, είναι σύγχρονοι απόγονοι του βίαιου Μογγόλου αυτοκράτορα Τζένγκις Χαν».
«Ο κόσμος λανθασμένα υποθέτει ότι η θεωρία των προσαρμογών για έγκλημα συνεπάγεται έγκριση ή παραδοχή του εγκλήματος. Δεν είναι έτσι. Αντιθέτως, θα ήθελα να υποδείξω ότι αυτοί που δημιουργούν μύθους για ένα ειρηνικό ανθρώπινο παρελθόν, και που κατατάσσουν το έγκλημα στις σύγχρονες ασθένειες του πολιτισμού, κινούνται σ' ένα επικίνδυνο ηθικά έδαφος. Το πρόβλημα της δολοφονίας δεν μπορεί να λυθεί επειδή σβήσαμε όλες αυτές τις πλευρές της ανθρώπινης φύσης που θα θέλαμε να μην υπάρχουν. Ως εξελικτικός ψυχολόγος συνήθισα σε κριτικούς που συγχέουν αυτό που είναι με αυτό που θα έπρεπε να είναι. Μπορούμε να προλάβουμε το έγκλημα κατανοώντας σε βάθος τα υποκείμενα ψυχολογικά κυκλώματα και σχεδιάζοντας το περιβάλλον έτσι, ώστε αυτό να αποτρέπει την ενεργοποίησή τους».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΓΙΑΝΝΟΥΤΣΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου