Social Icons

.

Pages

1 Απριλίου 2011

Η Σινδόνη του Τουρίνο και η Ελληνικότητά της

m60

Η Σινδόνη του Τουρίνο, για πολλούς το σάβανο που τύλιξε το νεκρό Ιησού και το γνωστότερο ιερό κειμήλιο του χριστιανισμού, ήταν.. ελληνική!
Γυρνώντας πίσω το χρόνο, στη σκοτεινή και αμφίβολη περίοδο του μεσαίωνα, θα ανατρέξουμε στην γνωστή σε όλους μας ιστορία της Σινδόνης του Τουρίνο, αλλά και σε ορισμένα άγνωστα και εξαιρετικά σημαντικά της σημεία.
Κάπως έτσι, θα δούμε τον τρόπο με τον οποίο η Σινδόνη του Τουρίνο συνδέεται με το ‘Aγιον Μανδήλιον, την ιστορία του Αγίου Μανδηλίου και την ελληνική του φύση, την κλοπή του από τους δυτικούς της Δ’ Σταυροφορίας και την «μετατροπή» του στη γνωστή σήμερα σινδόνη.
Τι σχέση μπορεί να έχει το ιερό αυτό αντικείμενο, ένα υπαρκτό ιστορικά artifact, με την Ελλάδα; Αυτό το ερώτημα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στη συνέχεια του κειμένου..
Η Σινδόνη του Τουρίνο και το τεράστιο κενό στην ιστορία της.
Αν και εκατομμύρια πιστοί ανά την υφήλιο συρρέουν να προσκυνήσουν τη σινδόνη στις σπάνιες πλέον δημόσιες εμφανίσεις της, λίγοι γνωρίζουν ότι εμφανίστηκε από το πουθενά και ενώ έπρεπε να έχει ιστορία 2.000 ετών, το παρελθόν της παρουσιάζει ένα κενό 1.300 χρόνων.
Αυτό το κενό θα προσπαθήσουμε να καλύψουμε στη συνέχεια του κειμένου, στην πορεία όμως θα αποδειχθεί ότι κρύβει άκρως σημαντικές προεκτάσεις και άγνωστες πτυχές της ιστορίας.

Αν όντως η Σινδόνη του Τουρίνο είναι αυτό που πιστεύεται, το σάβανο δηλαδή με το οποίο τυλίχθηκε ο νεκρός Ιησούς, τότε λογικά η ιστορία του θα ξεκινούσε από τις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ..
«Όχι πάλι τόση ιστορία» θα σκεφτείτε οι περισσότεροι, αναλογιζόμενοι ότι 20 αιώνες ιστορίας, όσο και να συμπτυχθούν, είναι αδύνατον να μην προκαλέσουν ανία. Και όμως, παρά τις όποιες προσδοκίες, το παρελθόν της σινδόνης μετά βίας αγγίζει τους 7 αιώνες.
Το ιερό αυτό αντικείμενο πρωτοεμφανίστηκε μόλις το 1353 στο Lirey της Γαλλίας, σε μία εκκλησία που έκτισε ο Geoffrey De Charny, άρχοντας του Savoy, προς τιμήν της Παρθένου Μαρίας. Στην εκκλησία αυτή έγινε και η πρώτη δημόσια επίδειξη του ιερού κειμηλίου.
Οι δημόσιες επιδείξεις συνεχίστηκαν, μιας και προσέλκυαν χιλιάδες πιστούς, δίχως τη συγκατάθεση της Παπικής Αγίας Έδρας του Βατικανού. Είναι σημαντικό να τονίσουμε εξ αρχής ότι ουδέποτε η Καθολική Εκκλησία αναγνώρισε τη σινδόνη ως το ιερό σάβανο του Χριστού, αν και ανά τους αιώνες η πίστη των απλών ανθρώπων σε αυτήν όλο και μεγάλωνε.
Αρχικά, αποτελούσε το σημαντικότερο λείψανο του Οίκου των Savoy και παρέμεινε στην εν λόγω εκκλησία έως το 1452, όταν η Marguerite de Charny την παρέδωσε στο Δούκα του Savoy μιας και δεν είχε κατάλληλο κληρονόμο.
Από την πρώτη στιγμή που η σινδόνη εμφανίστηκε, οι εκάστοτε επίσκοποι προσπάθησαν να περιορίσουν και να τιμωρήσουν τις δημόσιες επιδείξεις της, μιας και δεν μπορούσαν να πουν με βεβαιότητα αν όντως το αντικείμενο ήταν ό, τι του καταλογιζόταν. Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε τους πιστούς της εποχής να συνωστίζονται ώστε να δουν το ιερό κειμήλιο παρασυρόμενοι σε ένα θρησκευτικό παραλήρημα.
Έκτοτε, η ιστορία της ήταν τρικυμιώδης: άλλαξε αρκετές φορές ιδιοκτήτη, μεταφέρθηκε σε διάφορα μέρη της Γαλλίας και της βόρειας Ιταλίας, κινδύνευσε από φωτιά γλιτώνοντας μόνο με λίγες επιδιορθώσεις, ενώ ήρθε στο Τουρίνο το 1578, τη νέα πρωτεύουσα του Savoy, όπου και απέκτησε το σημερινό της όνομα(Σινδόνη του Τουρίνο). Στο Βατικανό κατέληξε μέσω της διαθήκης του Βασιλιά Ουμπέρτο ΙΙ(Umberto II), τελευταίου Savoy, που πέθανε το 1983.

Κατά το 1670, το Congregation of Indulgences του Βατικανό δήλωσε για τη Σινδόνη του Τουρίνο ότι είναι θεμιτό οι πιστοί να την αντικρίζουν «όχι για να λατρεύουν το ύφασμα ως την πραγματική σινδόνη του Χριστού, αλλά περισσότερο για να διαλογίζονται πάνω στα Πάθη, ειδικά στο θάνατο και την ταφή του» .
Από το 1694, όταν και τοποθετήθηκε διπλωμένη σε μία ειδική ασημένια λάρνακα σε ένα επιβλητικό βασιλικό παρεκκλήσι στο Καθεδρικό του Αγίου Ιωάννη στο Τουρίνο, κρατείτε κλειδωμένη ως επί το πλείστον και σπανιότατα επιδεικνύεται στο κοινό. Έως και σήμερα, η Καθολική Εκκλησία επιμένει να μην εκφράζει ξεκάθαρη άποψη για το αν η Σινδόνη του Τουρίνο είναι πράγματι το σάβανο του νεκρού Ιησού ή όχι.

«Ξεδιπλώνοντας» τα μυστικά της σινδόνης..
Με βάση τις σχετικές έρευνες που έχουν γίνει για την αυθεντικότητα της σινδόνης , μία πιθανή απάτη ή πλαστογραφία μοιάζει να έχει λιγοστές πιθανότητες. Από την άλλη, αν και δεν υπάρχει έως τώρα ξεκάθαρη απάντηση, εντούτοις οι ενδείξεις οδηγούν σε ένα και μοναδικό συμπέρασμα: η Σινδόνη του Τουρίνο δύναται να είναι το σάβανο του νεκρού Ιησού.
Όμως, πως είναι δυνατόν ένα τόσο σημαντικό κειμήλιο να μην ήταν άξιο προσοχής για 1.300 και πλέον χρόνια; Γιατί αν ήταν, δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον άλλο λόγο να μείνει άγνωστη η ύπαρξη του..
Όπως αναφέρθηκε ήδη, η σινδόνη έκανε την εμφάνιση της το 1353 μ.Χ., πραγματικά από το πουθενά. Αν μελετήσουμε λίγο περισσότερο τα ιστορικά στοιχεία εκείνης της περιόδου, θα ανακαλύψουμε ότι περίπου την εποχή αυτή χάθηκαν ως δια μαγείας και παντελώς τα ίχνη ενός άλλου πασίγνωστου τότε ιερού κειμηλίου, ενός κειμηλίου μάλιστα που έμοιαζε τρομακτικά με ένα τμήμα της σινδόνης.
Το 1204 μ.Χ. χάθηκαν τελείως τα ίχνη από το ‘Aγιο Μανδήλιον της Έδεσσας(Μεσοποταμία), τη γνωστότερη έως τότε αναπαράσταση του Ιησού Χριστού.

Έτσι, από την μία έχουμε τη Σινδόνη του Τουρίνο, ένα τόσο σημαντικό ιερό κειμήλιο που παραμένει παραδόξως στην αφάνεια επί 13 αιώνες και εμφανίζεται από το πουθενά, και από την άλλη το ‘Aγιο Μανδήλιον, ένα κειμήλιο που ήταν πασίγνωστο επί 850 έτη και χάθηκε τόσο ξαφνικά από προσώπου γης.
Δύο ιστορικά παράδοξα λοιπόν, για δύο υπαρκτά και τόσο σημαντικά, για την παράδοση της θρησκείας του Χριστιανισμού, αντικείμενα.. η σύνδεση τους δεν μπορεί παρά να είναι η προφανής.
Στην πολύ απλή ερώτηση λοιπόν, που πιθανόν θα μου έχετε ήδη απευθύνει νοητά: «Υπάρχει πιθανότητα η Σινδόνη του Τουρίνο να είναι το ‘Aγιο Μανδήλιον;» θα σας απαντήσω απλά και άμεσα.
«Ναι, υπάρχει! Και είναι πραγματικά μεγάλη..»

Το ‘Aγιον Μανδήλιον και η μυστηριώδης εξαφάνιση του.
Το ‘Aγιον Μανδήλιον της Έδεσσας, από τον 6ο αιώνα μ.Χ. έως τις αρχές του 13ου, ήταν η γνωστότερη αναπαράσταση του Ιησού που δημιουργήθηκε από «μη ανθρώπινο χέρι».
Από το 944 μ.Χ. έως το 1203- 4 μ.Χ. φυλασσόταν στο Αυτοκρατορικό Θησαυροφυλάκιο της Κωνσταντινούπολης, όπου και μεταφέρθηκε από την Έδεσσα, τη σύγχρονη Urfa της Τουρκίας κοντά στα σύνορα της Συρίας.

Οι παλαιότερες αναφορές στο ‘Aγιον Μανδήλιον και την ιστορία του χρονολογούνται στον 4ο αιώνα μ.Χ. .
Η πρώτη αναφορά συναντάται στο βιβλίο Εκκλησιαστική Ιστορία (Church History) του Ευσέβιου, το 325 μ.Χ., όπου ο Βασιλιάς ‘Αμπγκαρ ο 5ος (Abgar V) δέχεται ένα γράμμα από τον Ιησού αλλά καμία εικόνα του.
Στο κείμενο Doctrine of Addai, που χρονολογείται γύρω στο 400 μ.Χ., υπάρχει αναφορά για μία εικόνα του Ιησού περισσότερο όμως ως αποτέλεσμα κάποιου ζωγράφου που αποτύπωσε τη φιγούρα του Ιησού όταν αυτός ήταν εν ζωή και όχι ως αποτέλεσμα κάποιου θεϊκού φαινόμενου.
Για πρώτη φορά το ‘Aγιον Μανδήλιον, όπως το ξέρουμε σήμερα, εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα μ.Χ.. Τότε, η εικόνα του Ιησού επενέβη θαυματουργά στον πόλεμο κατά των Περσών, όπου και για πρώτη φορά περιγράφθηκε ως:
«θεϊκά κατασκευασμένη.. που ανθρώπινα χέρια δεν δημιούργησαν» , στο βιβλίο Εκκλησιαστική Ιστορία (Church History, c. 536- 600) του Ευάγριου, ιστορικού του 6ου αιώνα. μ.Χ..

Ο θρύλος για την ιστορία του ιερού κειμηλίου, στη μορφή που είχε λάβει κατά τον 10ο αιώνα μ.Χ., μιλάει για το Βασιλιά της Έδεσσας, τον ‘Αμπγκαρ τον 5ο, που έζησε στην εποχή του Ιησού Χριστού. Ο ‘Αμπγκαρ έπασχε από αρθρίτιδα και λέπρα. Έτσι, φτάνοντας στα αυτιά του η φήμη που ήθελε τον Ιησού ως μέγα θεραπευτή, του έστειλε ένα γράμμα καλώντας τον να έρθει στην Έδεσσα.
Το γράμμα το μετέφερε ο υπηρέτης του ‘Αμπγκαρ, Ανανίας, με τις εξής οδηγίες: «αν δεν είναι δυνατόν να πείσεις τον Ιησού να έρθει σε μένα με το γράμμα, να φέρεις μαζί σου ένα ακριβές πορτρέτο με την εμφάνιση του» .
Όταν ο Ανανίας έφτασε στην Ιουδαία, προσπάθησε να ζωγραφίσει το πορτρέτο του Ιησού, όμως αυτός τον κάλεσε κοντά του και του έδωσε ένα γράμμα απόρριψης της πρόσκλησης του βασιλιά, λέγοντας του ότι ο τελευταίος θα θεραπευτεί:
«Ο Μεσσίας τότε έπλυνε το πρόσωπο του με νερό, έδιωξε την υγρασία που είχε μείνει με την πετσέτα που του δόθηκε, και με κάποιον θεϊκό και ανεξήγητο τρόπο αυτή είχε αποτυπωμένη πάνω της τη μορφή του».
Όταν ο Ανανίας επέστρεψε, έδωσε το γράμμα και την πετσέτα με τη μορφή του Ιησού στον ‘Αμπγκαρ , ο οποίος τελικά θεραπεύτηκε και άρχισε να πιστεύει στις διδασκαλίες του.
Για να δείξει την πίστη του στο πορτρέτο ο ‘Αμπγκαρ κατάστρεψε «το άγαλμα ενός από τους πιο σημαντικούς Έλληνες Θεούς» που υπήρχε στημένο στην κεντρική πύλη της πόλης και το αντικατέστησε με το θαυματουργό ύφασμα.
Στη συνέχεια όμως αυτό χάθηκε, έως τον 6ο αιώνα μ.Χ. όπου βρέθηκαν ξανά τα ίχνη του. Σύμφωνα πάντα με το θρύλο, οι απόγονοι του ‘Αμπγκαρ επέστρεψαν στον παγανισμό. Έτσι, το ‘Aγιον Μανδήλιον στην κεντρική πύλη της πόλης κρύφτηκε πίσω από ένα κεραμίδι και η ύπαρξη του ξεχάστηκε.
Εμφανίστηκε ξανά κατά την πολιορκία των Περσών όταν οι τελευταίοι προσπαθούσαν να ανοίξουν τούνελ κάτω από τα τείχη της πόλης. Τότε, ο Επίσκοπος της Έδεσσας, ο Ευλάλιος, είδε σε όραμα την τοποθεσία όπου βρισκόταν το κειμήλιο. Όταν πήγε στο μέρος βρήκε το ύφασμα άθικτο και μία λάμπα να καίει ακόμα μπροστά του. Ο επίσκοπος πήρε το λάδι από την λάμπα και το έχυσε μέσα στο τούνελ που έσκαβαν οι Πέρσες, σκοτώνοντας τους και σώζοντας την πόλη.

Τέλος, το 944 μ.Χ., η Έδεσσα βρισκόταν κάτω από την κατοχή της Μουσουλμανικής Αυτοκρατορίας και ο Χριστιανός Αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης κατάφερε να αποσπάσει το ιερό αντικείμενο με αντάλλαγμα την απελευθέρωση 200 Μουσουλμάνων αιχμαλώτων και την παράδοση 12.000 ασημένιων νομισμάτων.
Από τότε έως και το 1203- 4 μ.Χ. φυλασσόταν στο Αυτοκρατορικό Θησαυροφυλάκιο της Κωνσταντινούπολης. Κατά τη Δ’ Σταυροφορία και την άλωση της Πόλης από τους Δυτικούς, το ‘Aγιον Μανδήλιον χάθηκε και από τότε δεν βρέθηκαν ξανά τα ίχνη του.

m60_1

Η Αγία Βερονίκα, σύμφωνα πάντα με τον καθολικό χριστιανικό θρύλο, έδωσε στον Ιησού ένα μαντήλι να σκουπιστεί στο δρόμο του προς τον Γολγοθά. Όταν το πήρε πίσω, είδε αποτυπωμένο πάνω του το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

Η ελληνικότητα του ‘Αγιου Μανδήλιου και της Σινδόνης.
Σύμφωνα με το θρύλο που υπάρχει γύρω από το ‘Αγιον Μανδήλιο, όπως είδαμε και παραπάνω, αυτό δημιουργήθηκε ύστερα από προτροπή του βασιλιά Abgar του 5ου. Ως εκ τούτου, οι ρίζες του είναι Συριακές.
Αν όμως ανατρέξουμε για λίγο στην μεσαιωνική ιστορία της περιοχής, της βυζαντινής αυτοκρατορίας αλλά και του ίδιου του αντικειμένου, θα δούμε ότι από πολύ νωρίς το ‘Aγιον Μανδήλιον θεωρούνταν βυζαντινό, δηλαδή ελληνικό.

Από την αρχική εμφάνιση του Αγίου Μανδήλιου και έπειτα, η πόλη της Έδεσσας άλλαξε πολλές φορές χέρια, παραμένοντας ελληνική- βυζαντινή για λιγοστούς αιώνες.
Συγκεκριμένα, ξαναχτίστηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό- Flavius Iustinus Augustus(έζησε 450- 527, αυτοκράτορας 518- 527) λίγα χρόνια μετά το 518 μ.Χ., ο οποίος και την ονόμασε Ιουστινιανούπολη (Evagrius, Hist. Eccl., IV, viii).
Το 609 μ.Χ. καταλήφθηκε από τους Πέρσες, ενώ σύντομα ανακαταλήφθηκε από το Βυζαντινό αυτοκράτορα Flavius Heraclius Augustus(έζησε 575- 641 μ.Χ., αυτοκράτορας 610- 641 μ.Χ.) για να χαθεί ξανά το 638 από τους ‘Αραβες.
Από τότε, οι Βυζαντινοί προσπαθούσαν να ανακαταλάβουν την Έδεσσα, κάτι που προσπάθησε κυρίως ο Romanus Lacapenus, αποδεικνύοντας την εξαιρετική σημασία που πρόσδιδαν στο ιερό αυτό αντικείμενο, το οποίο πλέον αναφερόταν ως βυζαντινό κειμήλιο στην αλληλογραφία μεταξύ των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων και των εκάστοτε αλλόθρησκων κατόχων του τελευταίου.
Τελικά, αν και ο Romanus Lacapenus δεν κατάφερε να καταλάβει την Έδεσσα εκπλήρωσε την κυριότερη αποστολή του: πήρε πίσω το βυζαντινό ιερό κειμήλιο, το ‘Αγιον Μανδήλιον, από τους αλλόθρησκους και το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, στις 16 Αυγούστου του 944 μ.Χ. (κάποιες άλλες πηγές αναφέρουν το 942 μ.Χ. ως έτος αγοράς του).
Εδώ και αιώνες οι Βυζαντινοί θεωρούσαν το ‘Aγιον Μανδήλιον δικό τους, ότι δικαιωματικά τους ανήκε και ότι έπρεπε να βρισκόταν στην κατοχή τους. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που προσπάθησαν επανειλημμένα να το αποκτήσουν από τον 4ο αιώνα μ.Χ. έως και το 944 μ.Χ. που τα κατάφεραν.
Έτσι, καταλήγουμε με σχετικά μεγάλη ιστορική ασφάλεια στο εξής: κατά το Μεσαίωνα το ‘Aγιο Μανδήλιον θεωρούνταν βυζαντινό.

Η Σινδόνη του Τουρίνο είναι το ‘Aγιον Μανδήλιον της Έδεσσας!
Έχοντας υπόψη μας τα μεγάλα ιστορικά κενά στην πορεία των δύο αυτών ιερών κειμηλίων, αλλά και το γεγονός ότι η ελλιπή ιστορία του ενός συμπληρώνει την ελλιπή ιστορία του άλλου, τότε μπορούμε με σχετική ασφάλεια να κάνουμε την παραπάνω υπόθεση. Μία υπόθεση που στηρίζεται και από κάποια περαιτέρω στοιχεία.
Όπως είναι ήδη γνωστό, τα ίχνη του ιερού αυτού αντικειμένου χάθηκαν στην Δ’ Σταυροφορία και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς το 1204 μ.Χ..
Όμως, όπως αναφέρει ο Ian Wilson, ερευνητής της Οξφόρδης, δεν υπάρχει καμία αναφορά ότι το ‘Aγιον Μανδήλιον καταστράφηκε, παραμόνο ότι εξαφανίστηκε. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να διασταυρωθεί από τον καθένα σας με μία απλή αναδρομή στην ιστορία.
«Όμως το ‘Aγιον Μανδήλιον παρουσίαζε μόνο το πρόσωπο του Ιησού, ενώ η Σινδόνη του Τουρίνο όλο το σώμα του εσταυρωμένου. Πως είναι δυνατόν να συσχετιστούν δύο αντικείμενα με τόσο διαφορετικό μέγεθος;» , είναι ίσως η πρώτη απορία που σας γεννάται. Η απάντηση είναι τόσο απλή που αδυνατούμε να τη δεχτούμε!
Στο βιβλίο The Turin Shroud του Ian Wilson παρουσιάζονται οι λόγοι που κάνουν μία τέτοια υπόθεση πιθανή: Το ‘Aγιον Μανδήλιον θα μπορούσε να είναι η Σινδόνη του Τουρίνο διπλωμένη σε τρία τμήματα, έτσι ώστε στην εξωτερική επιφάνεια του να φέρει το πρόσωπο του Ιησού.
Ένα άλλο, επίσης σημαντικό, στοιχείο είναι το γεγονός ότι το πορτρέτο του Ιησού στη σινδόνη είναι παρόμοιο με αυτό που φέρει το ‘Aγιον Μανδήλιον.
Κάπως έτσι, ο I. Wilson προτείνει την πιθανότητα η σινδόνη και το ‘Aγιον Μανδήλιον να είναι το ίδιο αντικείμενο. Το ιερό αυτό κειμήλιο, μετά την άλωση της Πόλης, με κάποιον άγνωστο τρόπο έφτασε στα χέρια του Geoffrey De Charny, ο οποίος και ξεδίπλωσε το ύφασμα μετατρέποντας το στη Σινδόνη του Τουρίνο.

Με την παραπάνω απλή σύνδεση, στηριζόμενοι στην ιστορία, τη μορφή των κειμηλίων και τις έρευνες που έχουν γίνει πάνω σε αυτά, γίνεται κατανοητό με ποιον τρόπο είναι δυνατόν η Σινδόνη του Τουρίνο να ήταν για μία μεγάλη χρονική περίοδο όντως βυζαντινή- ελληνική(ως προς την κατοχή της, αλλά και την πεποίθηση του μεσαιωνικού κόσμου).

Μάλιστα, αν αποδεχθούμε κάτι τέτοιο, τότε και το πρόβλημα με τα ιστορικά κενά των δύο κειμηλίων λύνεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Το μόνο ίσως αγκάθι που υπάρχει στην παραπάνω σύνδεση είναι η ύπαρξη του θρύλου γύρω από το ‘Aγιον Μανδήλιον που διαφωνεί με την ιστορία της σινδόνης. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι πρόκειται για θρύλο, ο οποίος μάλιστα δεν συμπεριλαμβάνεται στα κανονικά βιβλία του χριστιανισμού(στη Βίβλο).
Έτσι, ο θρύλος αυτός κατά πάσα πιθανότητα δημιουργήθηκε από την ανάγκη να καλύψει το κενό στην ιστορία του κειμηλίου, κάτι που αποτελεί κανόνα και συμβαίνει κατά κόρον σχεδόν σε όλες τις θρησκείες.
Το ‘Aγιον Μανδήλιον της Έδεσσας είναι η Σινδόνη του Τουρίνο, ή τουλάχιστον θα μπορούσε να είναι, μιας και τα στοιχεία που θα αποδείκνυαν κάτι τέτοιο έχουν χαθεί εδώ και αρκετούς αιώνες.

m60_2

Και ο Έλληνας έπλασε το.. πρόσωπο του Ιησού!
Ποια είναι όμως η σημασία μιας τέτοιας «ανακάλυψης»; Τι το τόσο σημαντικό έχουν τα κειμήλια αυτά, το ένα κειμήλιο μιας και πιθανόν αποτελούν το ίδιο αντικείμενο σε διαφορετική χρονική περίοδο, ώστε να ασχοληθούμε μαζί τους;
Όπως ήδη πιθανόν θα γνωρίζετε, σε κανένα σημείο της Βίβλου δεν δίνεται λεπτομερής περιγραφή για το πώς έμοιαζε ο Ιησούς. Και όμως, σχεδόν σε όλες τις εικόνες του χριστιανισμού ο Ιησούς έχει την ίδια μορφή, το ίδιο πρόσωπο, το οποίο και έχει αποτυπωθεί στη καρδιά όλων των πιστών αλλά και όσων έχουν μελετήσει τη θρησκεία του χριστιανισμού.
Αλήθεια, από πού προήλθε η συγκεκριμένη μορφή του Χριστού, ώστε να αποτελέσει μοτίβο για κάθε μετέπειτα χριστιανική εικόνα;
«Ίσως από τα κείμενα κάποιου Πατέρα της Εκκλησίας ή από τα λόγια κάποιου εκ των Αγίων.» , θα σκεφτείτε, «Πάντως σίγουρα από κάποια αποδεδειγμένη και αξιόπιστη πηγή, μιας και πλέον αποτελεί τη μοναδική μορφή του Μεσσία Ιησού».

Και όμως, τίποτα από τα παραπάνω δεν ισχύει. Στην περίπτωση του ‘Αγιου Μανδηλίου το πρόσωπο που απεικονιζόταν αποτέλεσε πρότυπο για κάθε μετέπειτα πορτρέτο του Ιησού, για κάθε εικόνα του. Επηρέασε βαθύτατα τη θρησκευτική τέχνη, η οποία καθόρισε εξ ολοκλήρου τη σημερινή αποδεκτή μορφή του Μεσσία, από τα πρώτα της βήματα.
Στην περίπτωση της Σινδόνης του Τουρίνο, αν και ποτέ δεν την αποδέχθηκε η Παπική Αγία Έδρα, μήτε τα Πατριαρχεία της Κωνσταντινούπολης και της Ιερουσαλήμ, το πρόσωπο που απεικόνιζε αποτέλεσε από τον 13ο αιώνα και έκτοτε το μοναδικό πρόσωπο του Ιησού.
Ίσως σε αυτό βοήθησε και η πρωτοφανής ομοιότητα του με τις έως τότε εκκλησιαστικές απεικονίσεις του Ιησού, οι οποίες άλλωστε βασίζονταν στην απεικόνιση του ‘Αγιου Μανδηλίου.
‘Αρα, η μορφή που ο Ιησούς Χριστός έχει σήμερα για τους πιστούς του Χριστιανισμού(ένα μεγάλο δηλαδή ποσοστό της υφηλίου) προέρχεται όχι από κάποια ιερά κείμενα ή τη θεία επιφώτιση κάποιων αγιογράφων, αλλά από ένα αμφιβόλου αξιοπιστίας ιερό κειμήλιο.. από το ‘Aγιο Μανδήλιον ή αλλιώς από τη Σινδόνη του Τουρίνο(μιας και κατά πάσα πιθανότητα αποτελεί το ίδιο αντικείμενο).
Μία σινδόνη που ήταν στην κατοχή των βυζαντινών για 4 αιώνες και που θεωρούνταν βυζαντινή για περισσότερους από 6 αιώνες(το μεγαλύτερο μέρος δηλαδή της ιστορίας των 850 χρόνων ύπαρξης του Αγιου Μανδηλίου).
Μία σινδόνη που ήταν βυζαντινή, που ήταν.. ελληνική!

* Για επικοινωνία με το συγγραφέα στο email: nkoumartzis@hotmail.com ή επισκεφτείτε τη σελίδα nkoumartzis.metafysiko.gr .

[Επιπλέον στοιχεία σχετικά με τη "Σινδόνη του Τουρίνο":]

Είναι η Σινδόνη το σάβανο του Χριστού;
Αν το ιερό αυτό κειμήλιο αποδεικνυόταν απάτη ή πλαστογραφία, δεν θα υπήρχε λόγος να συνεχίσουμε την αναζήτηση για τη μητρότητα της. Μάλιστα, οι περισσότεροι θα προτιμούσαμε μία τέτοια απάτη να μην είναι.. ελληνική, ή αν όντως ήταν να μην αποδεικνυόταν ποτέ.
Κάπως έτσι, έστω και περιληπτικά, θα ήταν καλό να αναφερθούμε στις έρευνες που έχουν γίνει για την αυθεντικότητα της σινδόνης, καθώς και για το αν επιστημονικά υπάρχει η πιθανότητα να αποτελεί όντως το σάβανο του Χριστού.

Με μία προσεκτική παρατήρηση, μπορεί ο καθένας να αναγνωρίσει στο ύφασμα αυτό στίγματα από, πιθανόν, κηλίδες αίματος καθώς και τα σημάδια από όλα τα βασανιστήρια που περιγράφονται στις Αγίες Γραφές ότι υπέστει ο Ιησούς: το μαστίγωμα, το αγκάθινο στέμμα, το κάρφωμα στο σταυρό και το τρύπημα στα πλευρά.
Η πρώτη φωτογραφία της Σινδόνης πάρθηκε το 1898 από τον Secondo Pia και αποδείχθηκε ιδιαίτερα χρήσιμη, μιας και αποκάλυψε πολύ περισσότερες λεπτομέρειες από ό, τι θα περίμενε κανείς.
Μέσω της διαδικασίας της φωτογράφησης ανακαλύφθηκε ότι υπάρχει και μία αρνητική εικόνα(όπως τα αρνητικά του φωτογραφικού φιλμ) και επίσης ότι η απεικόνιση είναι τρισδιάστατη, με εικόνες από το πίσω και το μπροστινό μέρος του ανθρώπου που τυλίχθηκε σε αυτήν.
Το πρόσωπο του ανθρώπου που αναπαρίσταται στη σινδόνη είναι σήμερα η πιο γνωστή αναπαράσταση του Ιησού Χριστού.
Αναλύσεις έδειξαν ότι οι κηλίδες δημιουργήθηκαν από ξηραμένο αίμα, με μικρή πιθανότητα λάθους, ενώ δεν βρέθηκαν γραμμές από πινελιές ή αλλαγές στην τονικότητα όπως θα συνέβαινε εφόσον η σινδόνη ήταν ζωγραφισμένη.
Επίσης, το ύφασμα έχει την ύφανση που χρησιμοποιούσαν στην � αλαιστίνη τον 1ο αιώνα μ.Χ.(κάτι που δεν ήταν γνωστό στην Ευρώπη κατά το Μεσαίωνα, ώστε να χρησιμοποιηθεί η γνώση αυτή σε μία ενδεχόμενη απάτη). Στη σινδόνη υπάρχουν και απολιθώματα από ένα είδος γύρης που ευδοκιμούσε μόνο στην � αλαιστίνη κατά την εποχή του Ιησού.
Τέλος, ο άνδρας στη σινδόνη εμφανίζει περίπου 125 σημάδια από τραύματα, παρόμοια με αυτά που προκαλεί ένα οδοντωτό μαστίγιο, από αυτά που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι στρατιώτες του 1ου αιώνα μ.Χ., τη λεγόμενη φλάγκρα. Για να κατασκευαστεί μία τέτοια πλαστογραφία, κοινή πεποίθηση της συντριπτικής πλειονότητας των ιστορικών και λοιπών επιστημόνων που ασχολήθηκαν με την αυθεντικότητα της σινδόνης, χρειάζονται πολύ περισσότερες γνώσεις και δεξιότητες από αυτές που υπήρχαν κατά το Μεσαίωνα.
Η υπόθεση ότι η Σινδόνη του Τουρίνο αποτελεί ένα πρώιμο πείραμα φωτογραφίας του Leonardo Da Vinci κρίνεται, το λιγότερο, αδύναμη και με τεράστια κενά στην τεκμηρίωση της.

Σήμερα αποτελεί αντικείμενο επιστημονικής μελέτης, μιας και αν είναι απάτη αποτελεί ένα εξαίσιο δείγμα ανθρώπινης δημιουργίας και διάνοιας.
Ειδικοί από την ανατομία έως τις χρωστικές ουσίες και τη γύρη, από πυρηνικούς επιστήμονες έως ειδικούς υπολογιστών έχουν ασχοληθεί μαζί της, προσπαθώντας να δώσουν κάποιες ξεκάθαρες απαντήσεις για το πώς δημιουργήθηκε η εικόνα, δίχως επιτυχία έως τώρα.
Έχουν ακουστεί διάφορες θεωρίες: η εικόνα μπορεί να δημιουργήθηκε μέσω της μεταφοράς ενός συνδυασμού χημικών από το σώμα στο ύφασμα, είτε μέσω των συνεπειών μίας θερμοπυρηνικής έκρηξης τη στιγμή της ανάστασης του Ιησού(εφ’ όσον αυτή έγινε) κ.λ.π..

Αν και κάποιες μετρήσεις με τη μέθοδο του Άνθρακα 14, το 1988, τοποθέτησαν την κατασκευή της σινδόνης στο Μεσαίωνα(μεταξύ 1260 και 1390 μ.Χ.) και όχι κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ., εντούτοις τελευταίες μελέτες αποδεικνύουν το λάθος που έγινε κατά την πρώτη μέτρηση και τοποθετούν τη δημιουργία της σινδόνης στην εποχή του θανάτου του Ιησού.
Η αρχική μέτρηση έγινε σε τρία ανεξάρτητα ερευνητικά κέντρα: του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, του πανεπιστημίου της Αριζόνα και του Ομοσπονδιακού Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Ζυρίχης, υπό το συντονισμό και την εποπτεία του Βρετανικού Μουσείου.
Τον Ιανουάριο του 2005 όμως, στην επιθεώρηση Thermochimica Acta, δημοσιεύτηκαν στοιχεία που αναιρούν την αρχική χρονομέτρηση και τοποθετούν τη δημιουργία της σινδόνης 1.300 με 3.000 χρόνια πριν. Δηλαδή, θα μπορούσε κάλλιστα να είχε δημιουργηθεί την εποχή του Ιησού.
Τα στοιχεία αυτά προήλθαν από έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τον Raymond Rogers, συνταξιούχο χημικό του Los Alamos National Laboratory του New Mexico. Η έρευνα του έγινε πάνω σε δύο δείγματα της σινδόνης από διαφορετικά σημεία. Το ένα δείγμα ήταν αυτό που χρησιμοποιήθηκε στις μετρήσεις του 1988, ενώ το δεύτερο από διαφορετικό σημείο του υφάσματος.
Ο R. Rogers υποστήριξε ότι δεν έγινε λάθος στη διαδικασία της χρονολόγησης με Άνθρακα 14, αλλά στο δείγμα που στάλθηκε. Αυτό δεν ήταν από το αρχικό ύφασμα της σινδόνης, αλλά από τις επιδιορθώσεις που έγιναν στη σινδόνη μετά την πυρκαγιά από την οποία σώθηκε κατά το Μεσαίωνα. Έτσι, ήταν φυσικότατο να τοποθετηθεί η δημιουργία της στα χρόνια του Μεσαίωνα.
Ο R. Rogers έκανε εκ νέου μετρήσεις στα δύο δείγματα, αυτή τη φορά αναλύοντας τη χημική τους σύσταση, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Σινδόνη του Τουρίνο κατασκευάστηκε 1.300 με 3.000 χρόνια πριν!

Τα σύγχρονα πλαστά κειμήλια “‘Aγιον Μανδήλιον”.
Αν κάνουμε μία μικρή αναζήτηση στο διαδίκτυο, ή έστω σε κάποια δημοτική βιβλιοθήκη, θα ανακαλύψουμε ότι έως σήμερα υπάρχουν διάφορα κειμήλια που επιδιώκουν να λάβουν τον τίτλο του αυθεντικού ‘Αγιου Μανδήλιου. Αν όμως κάποιο από αυτά αποδειχθεί αυθεντικό, τότε θα σημαίνει ότι το ιερό αυτό κειμήλιο δεν χάθηκε ποτέ και άρα δεν μπορεί να έχει ουδεμία σχέση με τη Σινδόνη του Τουρίνο. Είναι όμως έτσι; Ας προσπαθήσουμε να απαντήσουμε παρουσιάζοντας τους κυριότερους διεκδικητές του τίτλου αυτού.

Κατά το Μεσαίωνα εμφανίστηκαν αρκετά αντικείμενα που υποτίθεται ότι ήταν το ‘Aγιον Μανδήλιον, σε διάφορα σημεία της Δυτικής Ευρώπης, τρία όμως ξεχώρισαν και διεκδικούσαν τον τίτλο του αυθεντικού.
Το ένα εξ αυτών υπάρχει ακόμα στο μοναστήρι Barnabite, από το 1384, και συγκεκριμένα στην εκκλησία του Αγίου Βαρθολομαίου (St. Bartolomeno degli Armeni) στη Γένοβα.
Το δεύτερο υπήρχε στο Sainte- Chapelle στο Παρίσι και χάθηκε κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης.
Τέλος, το τρίτο, στο ίδιο περίπου μέγεθος και με τεράστιες ομοιότητες με αυτό της Γένοβας, φυλάσσεται σήμερα στο Βατικανό. Ανήκε στις καλόγριες του τάγματος της Αγίας Κλάρας (Saint Clare) και έως το 1870 βρισκόταν στη μονή του Αγίου Σιλβέστρο (Saint Silvestro) στο Capite.
Το ‘Aγιον Μανδήλιον της Γένοβα μοιάζει πάρα πολύ με αυτό της εικόνας που παρατίθεται(της Royal Collection), μιας και φέρει 10 μικρές εικόνες γύρω από το πορτρέτο του Ιησού, με τα ίδια θέματα και στην ίδια θέση, οι οποίες εξιστορούν την ιστορία του κειμηλίου.
Κανένα όμως από τα παραπάνω αντικείμενα δεν αποδείχθηκε ότι αποτελούσε όντως το ‘Aγιον Μανδήλιον και έως σήμερα πιστεύεται ότι και τα τρία αποτελούν απλά ένα αντίγραφο του ιερού κειμηλίου.

Επομένως, που βρίσκεται το ‘Aγιον Μανδήλιον;
Σύμφωνα με την ιστορία, το ιερό κειμήλιο μεταφέρθηκε στην Ευρώπη κατά τη Δ’ Σταυροφορία μαζί με τόσα άλλα χριστιανικά κειμήλια που κοσμούν έως και σήμερα τις καθολικές εκκλησίες της Δύσης. Όμως το ιερό αυτό αντικείμενο δεν βρέθηκε ποτέ ξανά.. όχι τουλάχιστον με την αρχική του μορφή.

Συγγραφέας: Νικόλαος Κουμαρτζής (Solon Aimonas Eautou)

SociaLMagazinE

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

add a comment

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 

Sample text

Alexa

Sample Text

Τις καταγγελίες, τα παράπονα και τις απόψεις σας στείλτε τα στο: koroniotiskostas@gmail.com