Ένας κατά συρροή δολοφόνος είναι το πρόσωπο που ευθύνεται για τις δολοφονίες τριών ή περισσότερων ατόμων σε μια περίοδο άνω των τριάντα ημερών, με μια περιόδο υπαναχώρησης μεταξύ κάθε φόνου, και του οποίου το κίνητρο για τη θανάτωση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε ψυχολογική ικανοποίηση. Συχνά, το σεξουαλικο στοιχείο εμπλέκεται με τις δολοφονίες.. Οι δολοφονίες μπορεί να έχουν ολοκληρωθεί με παρόμοιο τρόπο και τα θύματα μπορεί να είχαν κάτι κοινό. Για παράδειγμα, το επάγγελμα, τη φυλή , την εμφάνιση, το φύλο ή την ηλικία..
Οι Serial killers στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν την τάση να διαθέτουν τα ακόλουθα γενικά χαρακτηριστικά:
- Η πλειοψηφία είναι ενιαία, λευκά αρσενικά..
- Συχνά είναι ευφυής, με IQs στο "πάνω από την κανονική" σειρά.
- Παρά το υψηλό IQs τους, ασχολούνται συνήθως με ταπεινες θέσεις εργασίας.
- Τείνουν να προέρχονται από ασταθείς οικογένειες.
- Ως παιδιά, εχουν συνήθως εγκαταλειφθεί από τους πατέρες τους και είχαν τυραννικες μητέρες.
- Οι οικογένειές τους έχουν συχνά εμπλοκές με εγκληματικές ή ψυχιατρικές αποκλίσεις καθώς και προβλήματα αλκοολισμου.
- Ήταν συχνά κακοποιημένοι - συναισθηματικά , σωματικά ή / και σεξουαλικά - από ένα μέλος της οικογένειας.
- Έχουν υψηλά ποσοστά σε απόπειρες αυτοκτονιών
- Από νεαρή ηλικία, πολλοί εδειχναν έντονο ενδιαφέρον για ηδονοβλεψία , φετιχισμό, και σαδομαζοχιστική πορνογραφία .
- Περισσότεροι από 60 τοις εκατό έκαναν ακόμα πάνω τους τις φυσικές τους ανάγκες πέρα από την ηλικία των 12 ετών.
- Πολλοί από αυτούς ήταν πυρομανείς.
- Οι περισσότεροι αρέσκονταν να συμμετέχουν σε σαδιστική δραστηριότητα ή στο να βασανίζουν τα μικρά ζώα .
Ο Γκέιν ήταν ανέκαθεν ιδιόρρυθμο παιδί. Όταν όμως πέθανε ο αδελφός του και η αυταρχική του μητέρα , απομονώθηκε στη φάρμα του και ανέπτυξε μια τρομερά αλλόκοτη συμπεριφορά. Γελούσε ξαφνικά χωρίς λόγο, και είχε τη φήμη «λοξού». Όταν συνελήφθη βρήκαν στο σπίτι του κρεμασμένο από γάντζους ένα ακέφαλο γυναικείο σώμα. Στην κουζίνα υπήρχαν ανθρώπινα κρανία κομμένα στα δύο τα οποία χρησίμευαν για μπολ και ποτήρια,και πολλά έπιπλα ήταν ντυμένα με λωρίδες ανθρώπινου δέρματος. Επίσης συνήθιζε να δημιουργεί περίτεχνες μάσκες, χρησιμοποιώντας δέρματα ανθρώπων ακόμη και τα ίδια τα πρόσωπα των θυμάτων του. Τα φρικιαστικά αυτά δημιουργήματα αποτελούσαν μορφή διασκέδασης για τον Γκέιν, και έτσι συνήθιζε να περνά ώρες ατελείωτες μπροστά στην ραπτομηχανή της μητέρας του. Τις μάσκες αυτές τις φορούσε και συχνά έβγαινε στους ερημικούς δρόμους γύρω από το σπίτι του και υποδύονταν τα θύματα.
Χαρακτηριστικό του Γκέιν ήταν η χαρά που δήλωσε ότι ένιωθε όταν βασάνιζε σε αφάνταστο σημείο τα θύματα και ιδιαίτερα τη στιγμή που τους αφαιρούσε τα διάφορα μέλη. Ο Γκειν συνελήφθη μέσα στο σπίτι του το οποίο είχε μετατραπεί σε απέραντο νεκροτομείο και το τραπέζι της κουζίνας να έχει μετατραπεί σε χειρουργικό τραπέζι. Πέθανε σε άσυλο το 1984.
Charles Manson
Η κοινή γνώμη πιστεύει ότι ήταν απλώς ένας γκουρού με διαταραγμένη προσωπικότητα και άρρωστο ψυχισμό, ο οποίος χρησιμοποίησε νεαρές κοπέλες για να ικανοποιήσει τις διεστραμμένες επιθυμίες του (ανάμεσα σε αυτές ήταν τρεις ομαδικές δολοφονίες, με πιο διάσημη τον βασανισμό και εκτέλεση της διάσημης - εγκύου τότε - συζύγου του σκηνοθέτη και ηθοποιού Ρομάν Πολάνσκι, Σάρον Τέιτ, και ακόμη τεσσάρων φίλων τους μέσα στο σπίτι τους, στις 9 Αυγούστου 1969). Τα αρχεία της αστυνομίας τον σκιαγραφούν ως ιδιαιτέρως προβληματική προσωπικότητα την οποία βαραίνουν σχεδόν όλες οι κατηγορίες που υπάρχουν στα νομικά βιβλία.
Ο Τσαρλς Μάνσον γεννήθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1934 στο Σινσινάτι του Οχάιο. Η μητέρα του, Κάθλιν Μάντοξ, ήταν τοξικομανής, μέθυσος, πόρνη και κλεπτομανής. Στην ουσία ο Τσαρλς Μάνσον μεγάλωσε μόνος του μέσα σε έναν κόσμο που ο ίδιος είχε πλάσει. Ωσπου να κλείσει τα εννέα είχε ήδη διαμορφώσει - σύμφωνα με τις γνωματεύσεις των γιατρών - μια ανώμαλη προσωπικότητα η οποία διακρίνονταν από ανασφάλεια, έντονη ανάγκη να κερδίζει την προσοχή των υπολοίπων, έστω και με τον πλέον επαίσχυντο τρόπο, όταν τα ελάχιστα προτερήματά του δεν αρκούσαν για να κερδίσει τον σεβασμό τους. Ως τα τριάντα δύο του είχε ήδη περάσει το περισσότερο της ζωής του σε διάφορα ιδρύματα (από αναμορφωτήρια ως φυλακές υψίστης ασφαλείας) κατηγορούμενος για κλοπές, ένοπλες ληστείες, βιασμούς, απάτες, απόπειρες ανθρωποκτονιών και - το αγαπημένο του - κλοπές αυτοκινήτων. Στις 21 Μαρτίου 1967 αποφυλακίστηκε για τελευταία φορά προτού αρχίσει τη δολοφονική του δράση. Παρ' ότι ό ίδιος αρνήτο να εγκαταλείψει τη φυλακή, οι Αρχές τον έβαλαν σε ένα λεωφορείο με προορισμό το Σαν Φρανσίσκο. Στα τριάντα τρία του ο Μάνσον μπήκε σε διάφορες κοινότητες χίπηδων. Κάνοντας ένα σύντομο πέρασμα από τη σαϊεντολογία και διάφορες άλλες αιρέσεις, κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα παραμύθι για να προσυλητίσει το κοινό του: Οι μαύροι θα κήρυσσαν πόλεμο στους λευκούς. Και στο τέλος, αφού το αίμα θα έβαφε τα πάντα, θα κέρδιζαν. Αλλά θα αποδεικνύονταν ανίκανοι να χρησιμοποιήσουν όλη αυτή τη δύναμη που θα έπαιρναν στα χέρια τους. Ετσι, βγαίνοντας από την υπόγεια πόλη του χρυσού, όπου ως εκείνη τη στιγμή θα έμεναν κρυμμένοι, ο Μάνσον και η Οικογένειά του θα τους έπαιρναν από τα χέρια την παγκόσμια εξουσία. Φυσικά, προκειμένου το παραμύθι του να γίνει ακόμη πιο πιστευτό, ο Μάνσον «τάιζε» τους πιστούς του με τόνους LSD και αμφεταμίνες.
Andrei Chikatilo
Γεννημένος στις 16 Οκτωβρίου 1936 σε ένα χωρίο της, υπό Σοβιετικό καθεστώς, Ουκρανίας ο Αντρέι Ρομάνοβιτς Τσικατίλο ήταν βέβαιο πως δεν θα γινόταν ποτέ ένας κανονικός άνθρωπος. Το μεγάλο σεξουαλικό πρόβλημα που είχε δεν θα του επέτρεπε να ζήσει μια φυσιολογική ζωή αλλά δεν θα ήταν ικανό, από μόνο του, να τον κάνει το τέρας που θα γινόταν. Η παιδική του ηλικία στοιχειώθηκε από τις ιστορίες της μητέρας του για τον μικρό του αδελφό, Στεπάν που λίγο καιρό πριν την γέννηση του είχε απαχθεί και φαγωθεί από γείτονες. Απίστευτη ιστορία για τις μέρες μας αλλά όχι για την Ουκρανία την περίοδο του Στάλιν όπου η πείνα θέριζε τον πληθυσμό. Έζησε πολύ άσχημα παιδικά χρόνια και το 1943 είδε τη μητέρα του να βιάζεται από Γερμανούς (ο βιασμός οδήγησε στη γέννηση της αδελφής του). Ο πατέρας του έλειπε στον πόλεμο και αιχμαλωτίστηκε από τους Ναζί. Επέστρεψε το 1949 και αντί να τιμηθεί κατηγορήθηκε για προδοσία.
Παρ' όλα αυτά ο Τσικατίλο στράφηκε από νωρίς στο κόμμα και στο διάβασμα. Στα 18 του διέγνωσε το μεγάλο του σεξουαλικό πρόβλημα όταν δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει τις σχέσεις του με μια κοπέλα η οποία μάλιστα τον έκανε βούκινο σε όλη την τοπική κοινωνία. Τελικά το 1963 παντρεύτηκε μια φίλη της αδελφής του και το 1965 έκαναν το πρώτο του παιδί τη Λουντμίλα. Ο Τσικατίλο δεν μπορούσε να έρθει σε πλήρη σεξουαλική επαφή και η σύλληψη έγινε με έναν τρόπο που είχε σκαρφιστεί. Το 1966 ήρθε και το δεύτερο παιδί ο Γιούρι. Έχοντας πάρει, δια αλληλογραφίας, πτυχίο στη ρωσική φιλολογία άρχισε μαθήματα σαν δάσκαλος αλλά σύντομα άρχισαν τα παράπονα. Κακοποιούσε παιδιά αλλά οι καταγγελίες οδήγησαν απλά στην απομάκρυνση του από τη θέση και όχι στη φυλακή. Ήταν βλέπετε πιστό μέλος του κόμματος.
Στις 22 Δεκεμβρίου 1978 ξεκίνησε η περίοδος του τρόμου. Παρασύρει ένα κοριτσάκι εννέα ετών σε ένα παλιό σπίτι που είχε αγοράσει και αφού δεν καταφέρνει να τη βιάσει τη σκοτώνει. Παρά τα στοιχεία που βρέθηκαν εναντίον του (είπαμε μέλος του κόμματος) τελικά ο φόνος χρεώνεται στον Αλεξάντερ Κρατσένκο που είχε εκτίσει στο παρελθόν ποινή για βιασμό. Μετά από βασανιστήρια ομολογεί και εκτελείται. Ο Τσικατίλο γλιτώνει αλλά τρομάζει. Περνούν πάνω από δύο χρόνια όπου καταφέρνει να χαλιναγωγήσει τα άγρια ένστικτα του. Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1981 όμως ξεσπά και δολοφονεί άγρια μια 17χρονη. Πλέον έχει χάσει τον έλεγχο και ακολουθεί η κόλαση. Φρικτά εγκλήματα με θύματα κυρίως παιδιά κορίτσια και αγόρια και πόρνες. Τα πτώματα βρίσκονται κατακρεουργημένα με σημάδια κανιβαλισμού και κατεστραμμένα τα μάτια. Ο Τσικατίλο βλέπετε πίστευε στον λαϊκό μύθο ότι στα μάτια του θύματος μένει η εικόνα του δολοφόνου.
Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο και η αστυνομία καλεί έναν ψυχολόγο (πρωτάκουστο για τα δεδομένα της χώρας), τον Αλεξάντρ Μπουκανόφκσι να βοηθήσει. Δημιουργεί ένα ακριβές προφίλ του δολοφόνου και στις 6 Νοεμβρίου του 1990 ο Τσικατίλο κάνει τον τελευταίο φόνο και το μοιραίο του λάθος. Πριν σκοτώσει την 22χρονη Σβετλάνα Κοροστίκ έχει δώσει τα στοιχεία του σε έναν αστυνομικό που τον είχε σταματήσει. Στις 20 Νοεμβρίου 1990 ενώ πηγαίνει να αγοράσει μπίρα, ο Τσικατίλο συλλαμβάνεται ενώ μια κάμερα απαθανατίζει το γεγονός. Εννέα μέρες σκληρής ανάκρισης και δεν λέει τίποτα. Τελικά αναλαμβάνει ο Μπουκανόφσκι και ο Τσικατίλο σπάει. Ομολογεί 56 φόνους, δίνει ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και είναι πρόθυμος να οδηγήσει την αστυνομία στους τόπους των εγκλημάτων του.
Με τη Σοβιετική Ένωση να έχει καταρρεύσει το 1991, η δική του Τσικατίλο, που ξεκινά στις 14 Απριλίου του 1992, γίνεται δημόσιο θέαμα. Στην αίθουσα έχει διαμορφωθεί ένα σιδερένιο κλουβί για το τέρας που εμφανίζεται με ξυρισμένο το κεφάλι και πουκάμισο με ολυμπιακούς κύκλους. Οι συγγενείς των θυμάτων κλαίνε, βρίζουν και ζητούν να τους παραδώσουν τον δολοφόνο για να τον τιμωρήσουν αυτοί. Ο Τσικατίλο δίνει το δικό του σόου. Ξεσπάει, βγάζει λογύδρια, τραγουδάει και γδύνεται. Προσπαθεί να φανεί όσο πιο τρελός γίνεται. Στην απολογία του κατηγορεί τον Στάλιν, το κράτος, την οικογένεια του ακόμα και τον τύπο του αίματος του. Το δικαστήριο δεν πείθεται πως είναι τρελός και δεν ήξερε τι έκανε. Στις 15 Οκτωβρίου 1992 τον βρίσκει ένοχο για 52 φόνους και του επιβάλει την ποινή του θανάτου. Οργισμένος αρχίζει να φωνάζει και λέει ότι έκανε χάρη στην κοινωνία που την απάλλαξε από άχρηστους αλλά οι αστυνομικοί τον βγάζουν από την αίθουσα. Ζητά χάρη αλλά ο Γιέλτσιν αρνείται και στις 14 Φεβρουαρίου 1994 εκτελείται με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Λίγες μέρες πριν πεθάνει δηλώνει: «Τώρα ο εγκέφαλος μου πρέπει να εξεταστεί κομμάτι, κομμάτι ώστε να μην υπάρξουν άλλοι σαν εμένα». Δικαιώνει έτσι όλους όσους έλεγαν ότι είχε απόλυτη συναίσθηση αυτών που έκανε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου